Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2014

Guardian: “Αν ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει την κυβέρνηση της Ελλάδας ο λαός θα υποφέρει περισσότερο”



Aν ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει την κυβέρνηση της Ελλάδας χωρίς να αλλάξουν οι συσχετισμοί δυνάμεων στην Ευρώπη, τότε ο λαός θα υποφέρει περισσότερο, διατείνεται ο γνωστός μαρξιστής καθηγητής Leo Panitch, σε άρθρο του στον Guardian.

Για το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα, η λέξη «μεταρρύθμιση» συνδεόταν συνήθως με την εξασφάλιση κρατικής προστασίας από τις χαοτικές συνέπειες του καπιταλιστικού ανταγωνισμού στην αγορά.
Σήμερα, χρησιμοποιείται πιο συχνά για να δηλώσει την καταστροφή της εν λόγω προστασίας. Αυτό δεν είναι απλώς ένα ζήτημα ιδιοποίησης του όρου από την ΕΕ και τους διεθνείς οργανισμούς δανεισμού που τον χρησιμοποιούν ως κώδικα για τις απαιτήσεις στην Ελλάδα, για παράδειγμα, ώστε να κάνει περαιτέρω περικοπές στις θέσεις εργασίας και στις υπηρεσίες του δημόσιου τομέα. Είναι, επίσης, ο τρόπος που η λέξη χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο από τα κόμματα της κεντροαριστεράς. Έτσι, ο νεοεκλεγείς αρχηγός του Δημοκρατικού Κόμματος της Ιταλίας Ματέο Ρέντσι (ο διάδοχος σε αυτό που ήταν το μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα της δυτικής Ευρώπης), ζήτησε από την κυβέρνηση να είναι ακόμα πιο αποφασισμένη όσον αφορά την εφαρμογή δέσμης μέτρων οικονομικής μεταρρύθμισης. Το πακέτο περιλαμβάνει τη μείωση των δημοσίων δαπανών και την αλλαγή κανονισμών ώστε να καταστούν οι αγορές εργασίας πιο ευέλικτες και να προσελκύσουν ξένες επενδύσεις.
Επισημαίνοντας πόσες πολλές ευρωπαϊκές χώρες πλέον «διαλύουν με ορμή την προστασία στο χώρο εργασίας, σε μια προσπάθεια να μειώσουν το κόστος εργασίας», ένα πρόσφατο άρθρο των New York Times εντόπισε την αιτία στις «προσπάθειες για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας» από την σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση στη Γερμανία στις αρχές της νέας χιλιετίας. Αυτό έγινε με τρόπο που «διέβρωσε περαιτέρω την προστασία των εργαζομένων, τροφοδοτώντας μια έκρηξη σε χαμηλά αμειβόμενες, βραχυπρόθεσμες μικροδουλειές που σήμερα αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ένα πέμπτο του γερμανικού εργατικού δυαμικού».
Υπάρχει μια παλιά συζήτηση στην αριστερά σχετικά με τη μεταρρύθμιση ενάντια στην επανάσταση. Αλλά έχει ξεπεραστεί, και όχι μόνο λόγω των εξαιρετικά περιορισμένων προοπτικών  και δυνάμεών της για επαναστατική αλλαγή. Η σημερινή έννοια της λέξης «μεταρρύθμιση» έρχεται σε έντονη αντίθεση με τον τρόπο που χρησιμοποιήθηκε από τους σοσιαλδημοκράτες της Ευρώπης πριν από έναν αιώνα περίπου. Άσχετα με το αν οι σταδιακές μεταρρυθμίσεις που έγιναν κάτω από την επικεφαλίδα του προοδευτισμού θα μπορούσαν να επιτύχουν τον κοινωνικό μετασχηματισμό, χωρίς να υποβάλουν την κοινωνία στον πόνο της επανάστασης, σχεδιάστηκαν για να προωθήσουν την κοινωνική αλληλεγγύη έναντι της αγοράς.
Ίσως η μεγαλύτερη ψευδαίσθηση για τους σοσιαλδημοκράτες του 20ου αιώνα να ήταν η πίστη τους ότι μόλις κέρδιζαν τις μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν και να τις κρατήσουν. Στην πραγματικότητα, μπορούμε τώρα να δούμε πόσο πολύ οι παλιές μεταρρυθμίσεις υπόκεινται σε διάβρωση επεκτείνοντας τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό σε παγκόσμια κλίμακα. Έχουν, έτσι, υπονομευθεί από τη λογική της ανταγωνιστικότητας, και φαίνεται πλέον πολύ δύσκολο να δούμε πώς η κατάσταση προστασίας έναντι των αγορών θα μπορούσε να ασφαλισθεί στην εποχή μας χωρίς πρόσθετα μέτρα που θα θεωρούνταν επαναστατικά.
Η ιδέα ότι είναι απαράδεκτο το να κάνουμε κάτι για να υπονομεύσουμε τις ιδιωτικές επενδύσεις έχει γίνει απίστευτα ισχυρή. Είναι ακριβώς αυτό που έχει κάνει τους σοσιαλδημοκράτες πολιτικούς τόσο δειλούς στην εποχή μας. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια κυβέρνηση σήμερα, για να διατηρήσει τις μεταρρυθμίσεις με την παλιά προοδευτική έννοια της λέξης, θα πρέπει να εφαρμόσει εκτεταμένους ελέγχους για να αποφευχθεί η εκροή κεφαλαίων και πιθανώς θα πρέπει να κοινωνικοποιήσει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, προκειμένου να βρει τον απαραίτητο χώρο για ελιγμούς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα είναι ένα αριστερό κόμμα που έχει σημειώσει μεγάλη εκλογική επιτυχία στην ευρωπαϊκή κρίση, απορρίπτοντας τον τρόπο που έχει  επαναπροσδιοριστεί η μεταρρύθμιση. Ένα κεντρικό στοιχείο στο πολιτικό του πρόγραμμα, εξάλλου, αφορά το να «φέρει το τραπεζικό σύστημα υπό δημόσια ιδιοκτησία και έλεγχο, με τη ριζική μετατροπή της λειτουργίας του …». Πράγματι, αυτό που κάνει τις ευρωπαϊκές ελίτ να αισθάνονται πιο άβολα τώρα που η Ελλάδα ανέλαβε την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ για τους επόμενους έξι μήνες, είναι ότι μια νέα πολιτική κρίση που θα οδηγούσε σε εκλογές, θα μπορούσε να αναδείξει τον ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα και τον Αλέξη Τσίπρα πρωθυπουργό της Ελλάδας.
Αυτό που ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακό στο πολιτικό πρόγραμμα της «ριζικής μεταρρύθμισης» που ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε στο συνέδριό του τον περασμένο Ιούλιο, ήταν το εξής: «Η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα απαιτεί κάτι περισσότερο από ένα πλήρες πρόγραμμα που διαμορφώνεται δημοκρατικά και συλλογικά. Απαιτεί τη δημιουργία και έκφραση ενός ευρύτερου δυνατού, μαχητικού και καταλυτικού πολιτικού κινήματος… Μόνο ένα τέτοιο κίνημα μπορεί να οδηγήσει μια κυβέρνηση της αριστεράς και μόνο ένα τέτοιο κίνημα μπορεί να διασφαλίσει την πορεία μιας τέτοιας κυβέρνησης».
Ωστόσο, οι ηγέτες του κόμματος δεν μπορεί παρά να γνωρίζουν ότι εάν δεν συμβεί μια αλλαγή στην ισορροπία των δυνάμεων σε άλλες χώρες που θα δώσει σε μια κυβέρνηση του  ΣΥΡΙΖΑ τα περιθώρια να εφαρμόσει προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, οι άνθρωποι στην Ελλάδα θα υποφέρουν ακόμη περισσότερο με το να τιμωρούνται οικονομικά και να απομονωθούν. Αυτός είναι χωρίς αμφιβολία ο λόγος που, όταν ο Τσίπρας ορίστηκε τον περασμένο μήνα από το μικρό απόσπασμα της «άκρας αριστεράς» στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να αντικαταστήσει τον Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο τον προσεχή Μάιο ως πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μίλησε για «ιστορική ευκαιρία» που υπάρχει τώρα για μια αριστερή εναλλακτική λύση στο σημερινό καπιταλιστικό «ευρωπαϊκό μοντέλο».
Αυτό μας φέρνει πίσω, στην άλλη πλευρά της μεταρρύθμισης εναντίον της επανάστασης πριν από έναν αιώνα, θυμίζοντας τι συνέβη όταν η ελπίδα ότι μια επανάσταση στην περιφέρεια της Ευρώπης θα προκαλέσει επαναστάσεις στις ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες δεν πραγματοποιήθηκε. Η αριστερά συνήθιζε να βλάπτεται, μερικές φορές κυριολεκτικά, με τις συζητήσεις για τη μεταρρύθμιση ενάντια στην επανάσταση, τον κοινοβουλευτισμό ενάντια στον εξτρα- κοινοβουλευτισμό, το κόμμα ενάντια στο κίνημα – λες και το ένα απέκλειε το άλλο. Το ζήτημα για τον 21ο αιώνα δεν είναι η μεταρρύθμιση ενάντια στην επανάσταση, αλλά τι είδους μεταρρυθμίσεις, με ποια είδη λαϊκών κινημάτων πίσω τους που εμπλέκονται στα είδη των κινητοποιήσεων που μπορεί να εμπνεύσουν παρόμοιες εξελίξεις αλλού, μπορεί να αποδειχθούν αρκετά επαναστατικές  για να αντέξουν  τις πιέσεις του καπιταλισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου