Μια από τις σχιζοφρενικές καταστάσεις που ζει η ελληνική κοινωνία έχει να κάνει με την ακρίβεια στην αγορά. Δεν αναφερόμαστε στο γεγονός ότι προσπαθούμε να επιτύχουμε ταυτοχρόνως υψηλές τιμές παραγωγού και φθηνά προϊόντα στο ράφι. Αυτό το έλυσε η ίδια η ζωή: αγοράζουμε τα εισαγόμενα που είναι πιο φθηνά και οι αγρότες μας αντί να πιεστούν από την αγορά για να εκσυγχρονιστούν, ζουν (προς το παρόν) με επιδοτήσεις. Αναφερόμαστε στη «μάχη κατά της ακρίβειας» που δίνει κάθε υπουργός Ανάπτυξης, τη στιγμή που ο ίδιος νομοθετικά απαγορεύει τη φθήνια, δηλαδή τις εκπτώσεις.
Αν σήμερα ένα κατάστημα θέλει να ανανεώσει το εμπόρευμά του πουλώντας το σε χαμηλότερες τιμές, θα πρέπει να έχει την άδεια του Πρωτοδικείου. Θα κάνει αίτηση, θα βάλει χαρτόσημα, θα πληρώσει δικηγόρους, θα αιτιολογήσει την επιχειρηματική του πράξη, θα απασχοληθούν δικαστές – λες και δεν έχουν άλλη δουλειά, θα βγει μια απόφαση, η οποία μάλλον δεν θα τον δικαιώσει. Για να πουλήσει χαμηλά, θα πρέπει να περιμένει· να ασχοληθεί η γραφειοκρατία του υπουργείου Ανάπτυξης, να διαβουλευτεί με τους εμπορικούς συλλόγους, να ορίσουν κάποια περίοδο των εκπτώσεων, να υπογράψει τη σχετική απόφαση ο υπουργός -λες και δεν έχει άλλη δουλειά- ώστε να μπορέσουν οι καταναλωτές να πάρουν ένα σακάκι πιο φθηνά. Στο τέλος μένουν όλοι με την απορία: με ρυθμίσεις τα βάζουμε, με ρυθμίσεις τα βγάζουμε, τι έχουν τα έρμα κι ακριβαίνουν;
Αυτός είναι ένας από τους γραφειοκρατικούς παραλογισμούς που πνίγουν τον ανταγωνισμό και δεν επιτρέπουν να γίνουν τα εμπορεύματα πιο φθηνά. Δεν οφείλεται σε παραξενιά του πολιτικού συστήματος· είναι αίτημα των καθιερωμένων στην αγορά εμπόρων (που διαφεντεύουν τους εμπορικούς συλλόγους), των ανθρώπων δηλαδή που αποφάσισαν να μη γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι για να έχουν το ρίσκο και τα κέρδη του ανταγωνισμού. Οι εκάστοτε κυβερνήσεις, που προσδοκούν στις ψήφους της μικρομεσαίας «επιχειρηματικότητας», σπεύδουν να ικανοποιήσουν και αυτό το καπρίτσιο της «αγοράς».
Τώρα, η πιο φιλελεύθερων αντιλήψεων ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης, αντί να απελευθερώσει την αγορά, προτείνει δύο περισσότερους προαυλισμούς της, που λέγονται κι εκπτώσεις. Ετσι θα βρεθούμε στην ευχάριστη θέση να έχουμε, αντί για δύο, τέσσερα δεκαπενθήμερα ανταγωνισμού τιμών. Τις άλλες μέρες θα συνεχίσουμε να αγοράζουμε ακριβά. Στο όνομα της «αγοράς» πάντα…
Αυτός είναι ένας από τους γραφειοκρατικούς παραλογισμούς που πνίγουν τον ανταγωνισμό και δεν επιτρέπουν να γίνουν τα εμπορεύματα πιο φθηνά. Δεν οφείλεται σε παραξενιά του πολιτικού συστήματος· είναι αίτημα των καθιερωμένων στην αγορά εμπόρων (που διαφεντεύουν τους εμπορικούς συλλόγους), των ανθρώπων δηλαδή που αποφάσισαν να μη γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι για να έχουν το ρίσκο και τα κέρδη του ανταγωνισμού. Οι εκάστοτε κυβερνήσεις, που προσδοκούν στις ψήφους της μικρομεσαίας «επιχειρηματικότητας», σπεύδουν να ικανοποιήσουν και αυτό το καπρίτσιο της «αγοράς».
Τώρα, η πιο φιλελεύθερων αντιλήψεων ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης, αντί να απελευθερώσει την αγορά, προτείνει δύο περισσότερους προαυλισμούς της, που λέγονται κι εκπτώσεις. Ετσι θα βρεθούμε στην ευχάριστη θέση να έχουμε, αντί για δύο, τέσσερα δεκαπενθήμερα ανταγωνισμού τιμών. Τις άλλες μέρες θα συνεχίσουμε να αγοράζουμε ακριβά. Στο όνομα της «αγοράς» πάντα…
πηγήTου Πασχου Μανδραβελη , εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου