Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

Τι κρύβει το "3ο πακέτο" για μέτρα και δημόσιο χρέος

Το μπρα ντε φερ μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας θα ξεκινήσει αμέσως μετά τις γερμανικές εκλογές της 22ας Σεπτεμβρίου και θα είναι σκληρό. Οι πιστωτές, σύμφωνα με πληροφορίες του «ΤτΚ», ζητούν επιτακτικά να ψηφιστούν άμεσα μέτρα ύψους 4 δισ. ευρώ για τα έτη 2015-2016 και δεν δεσμεύονται για μια γενναία ρύθμιση προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.

Η κυβέρνηση αντιτείνει ότι αρκούν μέτρα 2,5 δισ. ευρώ, όπως προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα που ψηφίστηκε τον προηγούμενο Φεβρουάριο, και διεκδικεί οριστική λύση για το ελληνικό χρέος προκειμένου να καταστεί εφικτή μια εγγυημένη έξοδος στις αγορές. Το «κρυφό χαρτί» της ελληνικής πλευράς είναι η αξιοποίηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο τέλος του 2013, ώστε, αν χρειαστεί, να παγώσουν οι πληρωμές τόκων και χρεολυσίων για να αποφευχθεί ένα τρίτο «πακέτο» που θα περιλαμβάνει νέο δάνειο και νέο Μνημόνιο.



«Νέο Μνημόνιο δεν περνάει από αυτή τη Βουλή, ας αναλάβει η τρόικα την ευθύνη για τις πρόωρες εκλογές», σημειώνει υψηλόβαθμη κυβερνητική πηγή διαβεβαιώνοντας ότι υπάρχει πρόθεση ακόμη και για ρήξη αν δεν διανύσει η άλλη πλευρά, αυτή των πιστωτών, την απόσταση που της αναλογεί.
Η στρατηγική αυτή καθορίστηκε αμέσως μετά τις συνομιλίες που είχε στην Αθήνα ο Γεργκ Ασμουσεν, μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ και εξ απορρήτων του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος ζήτησε μέτρα στο ύψος του 2% του ΑΕΠ προκειμένου να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό (έλλειμμα) της διετίας 2015-2016, ενώ ως προς το χρηματοδοτικό κενό (εξυπηρέτηση δανείων) για την ίδια περίοδο, ύψους 10 δισ. ευρώ, παρέπεμψε στις αποφάσεις που θα ληφθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο την επόμενη άνοιξη. «Κολλήστε στο πρόγραμμα», ήταν μια χαρακτηριστική φράση που χρησιμοποίησε για να υποδείξει στους συνομιλητές του ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος πέρα από το Μνημόνιο.

Η κυβέρνηση πάγωσε από την ομοβροντία εξαγγελιών για ένα τρίτο πρόγραμμα στήριξης της ελληνικής οικονομίας στη διάρκεια του 2014. Η Γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, ο Β. Σόιμπλε, ο Ευρωπαίος επίτροπος Ολι Ρεν, ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ, διεμήνυσαν τις τελευταίες ημέρες ότι δεν επίκειται νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους και ότι η Ελλάδα θα βοηθηθεί με άλλους τρόπους. Αναφέρθηκαν συγκεκριμένα σε μείωση επιτοκίων και επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων (διεθνή ΜΜΕ βλέπουν παράταση 50 ετών), ενώ δεν άφησαν να εννοηθεί ότι θα προωθηθεί άμεσο δάνειο, καθώς νέα απευθείας χρηματοδότηση δεν πρόκειται να εγκριθεί εύκολα από εθνικά Κοινοβούλια κρατών-μελών της ευρωζώνης.

Η λύση που φαίνεται να προκρίνουν είναι μετακύλιση ενός ποσού από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών στον ΕSM και η αξιοποίηση κονδυλίων από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ε.Ε. και, αν όλα αυτά δεν αρκέσουν, δανειοδότηση από το μόνιμο μηχανισμό στήριξης.

Ολα αυτά, κατά την αντίληψη της Αθήνας, δεν αποτελούν τη «μεγάλη λύση», αλλά εμβαλλωματικού τύπου παρέμβαση που απλώς θα συντηρήσει την ελληνική οικονομία στον αναπνευστήρα. Η ελληνική πλευρά ζητά γενναία απομείωση του ελληνικού χρέους, ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις επιστροφής στις αγορές για δανεισμό με την εγγύηση της ΕΚΤ και άλλων ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών ότι θα επενδύσουν στα ελληνικά ομόλογα. Η κυβέρνηση πιστεύει ότι η εκπλήρωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα αποτελεί διαβατήριο για την έξοδο στις αγορές εφόσον εταίροι και πιστωτές διανύσουν την απόσταση που τους αναλογεί και προσφέρουν ουσιαστική στήριξη.

Αλλά, όπως όλα δείχνουν, στις Βρυξέλλες, στο Βερολίνο και τη Φρανκφούρτη η αγωνία που κυριαρχεί αφορά στη δέσμευση της χώρας σε πολυετές πρόγραμμα προσαρμογής ώστε ν’ αποτραπεί κίνδυνος αυθάδειας από οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση και να μη διακινδυνευτεί μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα η υλοποίηση μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης και διαρθρωτικών αλλαγών. Επειδή η τελευταία δόση του τρέχοντος προγράμματος θα δοθεί τον Ιούλιο του 2014, οι δανειστές σπεύδουν να διασφαλίσουν την παραμονή της χώρας στην πραγματικότητα των Μνημονίων και της τρόικας, αδιαφορώντας για τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές παρενέργειες της αφόρητης πίεσης που ασκούν.
 

ΔΝΤ και Γερμανία σε τροχιά μετωπικής σύγκρουσης
 

Η ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΧΗ για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους θα ξεκινήσει τον Οκτώβριο. Σε συνεδρίαση του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας θα δοθεί το σύνθημα της αναμέτρησης με το Βερολίνο, που επιμένει σε μια ήπια λύση, παρότι ισχυρά μέλη του Ταμείου, όπως η Βραζιλία, έχουν αμφισβητήσει ευθέως την αποτελεσματικότητα της ακολουθούμενης συνταγής.

Η διοίκηση του Μπαράκ Ομπάμα εισηγείται επίσης ένα συνδυασμό γερού κουρέματος και επεκτατικών πολιτικών, αλλά η νέα γερμανική κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου δύσκολα θα συναινέσει σε μια τόσο σοβαρή ανατροπή της φιλοσοφίας που ακολουθείται για τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης και συνολικά της κρίσης στον ευρωπαϊκό Νότο.

Η ελληνική κυβέρνηση συντάσσεται με τη λογική του ΔΝΤ. Ο Αντώνης Σαμαράς θα μεταβεί στις ΗΠΑ τον Σεπτέμβριο και αναμένεται να συναντηθεί με την επικεφαλής του Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ. Σκοπεύει να έρθει σ’ επαφή με ομογενείς και Αμερικανούς επιχειρηματίες που ενδιαφέρονται να επενδύσουν εδώ και γνωρίζει ότι θα ζητήσουν απαντήσεις σε δύο πολύ συγκεκριμένα ερωτήματα προκεικένου να δεσμεύσουν τα κεφάλαιά τους στη χώρα μας: εάν είναι διασφαλισμένη η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και εάν είναι διασφαλισμένη η πολιτική σταθερότητα. Κατά κάποιον τρόπο, η μία απάντηση φέρνει και την άλλη. Αν πράγματι φανεί η προοπτική οριστικής εξόδου της Ελλάδας από την κρίση και ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, αυτό εκ των πραγμάτων θα επηρεάσει το πολιτικό σκηνικό και ο κύκλος της αστάθειας θα κλείσει.

Αλλά τα «κλειδιά» τα κρατάει το Βερολίνο, που έσπευσε, προτού έρθει η ώρα της κάλπης στη Γερμανία, να προεξοφλήσει τις εξελίξεις σε σχέση με το ελληνικό ζήτημα. Η εξήγηση που βρίσκουν αρμόδιες διπλωματικές πηγές βρίσκεται στη μεγάλη πίεση που άσκησε στη γερμανική κυβέρνηση η σοσιαλδημοκρατική αντιπολίτευση, καταγγέλλοντας απόκρυψη της αλήθειας για το ελληνικό ζήτημα από τους Γερμανούς πολίτες. Η Μέρκελ, για να πείσει τους ψηφοφόρους ότι δεν πρόκειται να χάσουν χρήματα μέσα από ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους, αποφάσισε να παραδεχτεί ότι η ελληνική περιπέτεια δεν τελειώνει και ανακοίνωσε ένα «τρίτο πακέτο», αιφνιδιάζοντας την ελληνική κυβέρνηση που περίμενε ότι θα προηγηθεί μια εφ’ όλης της ύλης συζήτηση από μηδενική βάση.
Το οικονομικό επιτελείο αισιοδοξεί ότι το χρηματοδοτικό/δημοσιονομικό κενό της διετίας 2015-2016 θα μπορούσε να καλυφθεί με το υπόλοιπο από το ποσό των 50 δισ. ευρώ που δεσμεύτηκε για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και το οποίο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς, ανέρχεται στα 12 δισ. ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, πρόκειται για μια υπεραισιόδοξη εκτίμηση δεδομένου ότι θα πρέπει να γίνουν πρώτα, το φθινόπωρο, τα stress tests για τις συστημικές τράπεζες, προκειμένου να φανεί αν υπάρχουν και άλλες «τρύπες» που οφείλονται στη διόγκωση των επισφαλειών.
Αλλωστε, στο κάδρο αυτό εντάσσεται το «μπρος-πίσω» για την απελευθέρωση των πλειστηριασμών, που τελικά θ’ αφορά μόνο στους κακοπληρωτές οι οποίοι αξιοποιούν τη γενική απαγόρευση προκειμένου να μην ανταποκριθούν στις δανειακές υποχρεώσεις τους, παρότι έχουν την οικονομική δυνατότητα. Ωστόσο, αυτοί είναι, με βάση τα στοιχεία που συλλέχθηκαν καθ’ υπόδειξιν του πρωθυπουργού, λιγότεροι από 10.000 και επομένως ο θησαυρός των πλειστηριασμών αποδεικνύεται άνθρακες…
 

Η νέα προγραμματική συμφωνία της κυβέρνησης στο χαλί της ΔΕΘ
 

Η ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ της κρίσης γύρω από το ζήτημα αυτό ήταν πολύ διδακτική για το Μέγαρο Μαξίμου και τη Χαριλάου Τρικούπη. Εγινε, δηλαδή, σαφές ότι μια συζήτηση που ξεκινά με λάθος τρόπο και σε λάθος βάση μπορεί να φέρει πολύ κοντά τον κίνδυνο κυβερνητικού ατυχήματος, όχι για λόγους ουσίας, αλλά εντυπώσεων. Οι Αντ. Σαμαράς και Ευάγγελος Βενιζέλος συμφώνησαν ότι στο εξής, όταν υπάρχουν κρίσιμα θέματα, οι βουλευτές της συμπολίτευσης θα ενημερώνονται από τους αρμόδιους υπουργούς και όχι από διαρροές, ενώ θα πρέπει να υπάρχουν πειστική πολιτική εξήγηση και επιχειρήματα για το δημοσιονομικό όφελος από οποιαδήποτε προωθούμενη ρύθμιση.

Στα επιτελεία Σαμαρά και Βενιζέλου αναγνωρίζουν ότι υπάρχει μεγάλη νευρικότητα στο εσωτερικό των Κοινοβουλευτικών Ομάδων της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, με τον υπουργό Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα,να είναι «κόκκινο πανί» για πολλούς, αλλά εκτιμούν ότι το καπάκι μπορεί να μείνει στη χύτρα που βράζει εφόσον η κυβέρνηση δείξει ότι γνωρίζει πού πηγαίνει και έχει πυξίδα.

Οτι αυτό το φθινόπωρο θα είναι δύσκολο η κυβέρνηση το ξέρει εδώ και καιρό. Αλλά το τι θα φέρει τελικά είναι κάτι που δεν μπορεί να προβλεφθεί. Αυτή τη στιγμή είναι ορατός ο κίνδυνος να ξεκινήσει η σχολική χρονιά με κλειστά σχολεία και να γονατίσουν μισθωτοί και συνταξιούχοι από τους υπέρογκους φόρους που θα πρέπει να πληρώσουν μέσα στους επόμενους μήνες.

Παρά την ικανοποίηση της κυβέρνησης για το γεγονός ότι το μέτρο της διαθεσιμότητας θα εφαρμοστεί απρόσκοπτα (έχουν βρεθεί οι 12.500 που στα τέλη Σεπτεμβρίου θα υπαχθούν στο σχέδιο κινητικότητας), είναι προφανές ότι αυτό θα φέρει μεγάλη αναστάτωση και στο χώρο της Δημόσιας Υγείας και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Αστάθμητος παράγοντας των εξελίξεων είναι η ένταση των κοινωνικών, συνδικαλιστικών αντιδράσεων και αν θα πάρει φωτιά ένα εξαιρετικά εύφλεκτο υλικό που έχει σωρευτεί έπειτα από έξι χρόνια ύφεσης και διαρκούς κατάρρευσης του βιοτικού επιπέδου των πολλών.

Οι Αντ. Σαμαράς και Ευ. Βενιζέλος γράφουν και ξαναγράφουν τη νέα προγραμματική συμφωνία της κυβέρνησης που θα παρουσιαστεί στη ΔΕΘ (7-8 Σεπτεμβρίου) και δίνουν μεγάλη σημασία στις λεπτομέρειες, διότι πρόκειται για το πολιτικό αφήγημα με το οποίο θα πορευτούν προς τις επόμενες εκλογές, όποτε αυτές γίνουν. Πρόθεσή τους είναι να εγγυηθούν τη μετάβαση στη μεταμνημονιακή εποχή και να πείσουν ότι τα «πέτρινα» χρόνια τελειώνουν για ν’ ανοίξει ένας νέος κύκλος ανάπτυξης και ανασυγκρότησης της ρημαγμένης χώρας.

Το αν στο κείμενο αυτό θ’ αναλαμβάνεται ρητή δέσμευση ότι αποκλείονται νέα μέτρα λιτότητας είναι κάτι που αναμένουν και στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες γιατί θα δείξει τις κυβερνητικές προθέσεις σε σχέση με την υποδοχή των απαιτήσεων της τρόικας που θα επιστρέψει στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο, αμέσως μετά τις γερμανικές εκλογές.
Στα επιτελεία του πρωθυπουργού και του αντιπροέδρου της κυβέρνησης λένε ευθέως πλέον ότι η πολιτική σταθερότητα εξαρτάται από τους πιστωτές και όχι από τους εγχώριους πρωταγωνιστές του πολιτικού παιχνιδιού. «Λύστε μας το πρόβλημα του χρέους χωρίς άλλη λιτότητα, αλλιώς συνεννοηθείτε με τον ΣΥΡΙΖΑ», είναι το δίλημμα που εκ των πραγμάτων θα τεθεί προς τους πιστωτές το φθινόπωρο, με το Βερολίνο να προτρέχει διαμηνύνοντας «Μνημόνιο για πολλά χρόνια ακόμη αν θέλετε να μείνετε στο σύστημα του ευρώ».
Μια σύγκρουση Αθήνας – Βερολίνου, που αναμενόταν σε περίπτωση που αναλάμβανε την πρωθυπουργία ο Αλέξης Τσίπρας, βρίσκεται τώρα ante portas. Και, όπως όλα δείχνουν, καμία από τις δύο πλευρές δεν μπλοφάρει…



ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΠΑΝΟΥ
aspanou@e-typos.com


Δημοσιεύεται στον Τύπο της Κυριακής 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου