Η έκδοση μιας ενδιαφέρουσας, πολυδιάστατης πανελλαδικής έρευνας για τις συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών παρουσιάστηκε την (Τετάρτη, 1-2-2012) στην αίθουσα εκδηλώσεων της ΕΣΗΕΑ από την ΑΔΕΔΥ και τις εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες ΟΛΜΕ και ΔΟΕ. Πρόκειται για την έρευνα «Όροι και συνθήκες άσκησης του εκπαιδευτικού έργου στη δημόσια πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση», που πραγματοποιήθηκε και εκδόθηκε από το Κοινωνικό Πολύκεντρο της ΑΔΕΔΥ με τη συνδρομή και την ενεργό συμμετοχή των επιστημονικών οργάνων: Ινστιτούτο Παιδαγωγικών Ερευνών-Μελετών (ΙΠΕΜ) της ΔΟΕ και Κέντρου Μελετών και Τεκμηρίωσης (ΚΕΜΕΤΕ) της ΟΛΜΕ.
Εύστοχες εισαγωγικές επισημάνσεις για την έκδοση έγιναν από τον πρόεδρο του Κοινωνικού Πολύκεντρου Θεόδωρο Χρονόπουλο, τον Πρόεδρο της ΑΔΕΔΥ και το Γενικό Γραμματέα Κώστα Τσικρικά και Ηλία Ηλιόπουλο τις οποίες ενέταξαν στο σημερινό ιδιαίτερα αρνητικό περιβάλλον για τα δημόσια αγαθά και τις κοινωνικές λειτουργίες του κράτους.
Την έκδοση παρουσίασαν ο υπεύθυνος της Επιστημονικής Επιτροπής Καθηγητής Σήφης Μπουζάκης και τα μέλη της Αναστάσιος Εμβαλωτής, Επίκουρος Καθηγητής και πρόεδρος του ΙΠΕΜ της ΔΟΕ, και Παύλος Χαραμής, εκπαιδευτικός Δ.Ε. και αντιπρόεδρος του ΚΕΜΕΤΕ της ΟΛΜΕ. Κριτικές επισημάνσεις στην έρευνα παρουσίασε ο Καθηγητής Συγκριτικής Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Δημήτρης Ματθαίου.
Όπως τόνισαν τα μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής, πρόκειται για μια σημαντική έρευνα, που έρχεται σε μια κρίσιμη περίοδο για την ελληνική εκπαίδευση και τους εργαζομένους σε αυτή να αναδείξει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης κατά την άσκηση του έργου τους.
Από την έρευνα προκύπτει ένα κλίμα «γενικευμένης δυσαρέσκειας» στο σώμα των εκπαιδευτικών, καθώς στη μεγάλη πλειονότητα των ερωτημάτων οι εκπαιδευτικοί δήλωσαν ότι οι συνθήκες εργασίας δεν τους ικανοποιούν. Συγκεκριμένα, από την επεξεργασία των απαντήσεων προέκυψε ότι οι όροι και οι συνθήκες άσκησης του εκπαιδευτικού επαγγέλματος μεταβάλλονται ριζικά με επίμαχα σημεία τη διεύρυνση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, τη μείωση των οικονομικών και άλλων απολαβών των εκπαιδευτικών, τον περιορισμό της επαγγελματικής τους αυτονομίας κ.λπ.
Με έμφαση προστέθηκε από τον Γ. Γραμματέα της ΟΛΜΕ Θέμη Κοτσιφάκη η δραματική υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας των νεοδιόριστων και αδιόριστων εκπαιδευτικών και των ωρομίσθιων στη μεταμνημονιακή εποχή των περικοπών και των περιορισμών.
Στον τομέα της υλικοτεχνικής υποδομής και του εξοπλισμού των σχολείων τονίστηκαν από τον Πρόεδρο της ΔΟΕ Κομνηνό Μαντά τα ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα σε ό,τι αφορά τους όρους υγιεινής, στέγασης και ασφάλειας, την επάρκεια των σχολικών αιθουσών, εργαστηρίων και βιβλιοθηκών και γενικά την ποιότητα των σχολικών χώρων.
Ένας άλλος τομέας αφορά βασικές πλευρές της οργάνωσης και λειτουργίας των σχολείων. Πληθωρικές τάξεις , συχνά σε συνδυασμό με την παρουσία παιδιών που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα, δυσχεραίνει σημαντικά το εκπαιδευτικό έργο. Τα προβλήματα αυτά συνδέονται αναπόφευκτα με το φόρτο της εξωδιδακτικής απασχόλησης των εκπαιδευτικών, που αποτελεί ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εκπαιδευτικού επαγγέλματος, καθώς μέρος της εργασίας των εκπαιδευτικών μεταφέρεται στο σπίτι. Ιδιαίτερη στον τομέα αυτόν είναι η επιβάρυνση των γυναικών εκπαιδευτικών.
Η έρευνα ανέδειξε επίσης μια σειρά προβλημάτων που συνδέονται με την αρχική εκπαίδευση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Στον τομέα αυτόν, όπως ανέφερε ο καθηγητής Δ. Ματθαίου, η έρευνα ανέδειξε μια έντονη διαφοροποίηση μεταξύ των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς οι δάσκαλοι εμφανίζονται περισσότερο ικανοποιημένοι από τις πανεπιστημιακές σπουδές τους στο τομέα της παιδαγωγικής κατάρτισης, ενώ οι καθηγητές οικειοποιούνται μέσω των σπουδών τους ένα επαγγελματικό πρότυπο προσανατολισμένο περισσότερο προς την επιστήμη.
Κοινή ήταν η διαπίστωση των ομιλητών ότι, αν αυτός ο βαθμός δυσαρέσκειας των εκπαιδευτικών εκφράστηκε μέσω της έρευνας σε μια περίοδο κατά την οποία δεν είχε ακόμη εφαρμοστεί η πολιτική των περικοπών και του μνημονίου, στη σημερινή κατάσταση η εικόνα θα ήταν ακόμη περισσότερο αρνητική.
Τέλος, επισημάνθηκε ότι τέτοιες έρευνες πρέπει να επαναλαμβάνονται και να επικαιροποιούνται και να εμπλουτίζονται με καίρια ζητήματα που αναδεικνύει η δυναμική της εκπαιδευτικής κοινότητας και της κοινωνίας, αλλά και οι αρμόδιοι παράγοντες να λαμβάνουν υπόψη τους τα πορίσματά τους κατά το σχεδιασμό και την εφαρμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής, κάτι που δυστυχώς δεν συμβαίνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου