Τα φληναφήματα του κ. Φίλη έχουν αρχίσει να εκδικούνται…
Έχει πλέον κοινός τόπος ότι η συγκυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. δεν έχει ούτε καν υποψία ολοκληρωμένου κυβερνητικού προγράμματος, ότι κινείται σπασμωδικά και αποσπασματικά σε ό,τι προσδιορίζει το Μνημόνιο και σ’ ό,τι «γεννάει» η ίδια η πραγματικότητα. Και ενώ είναι ελλειμματική και πρόχειρη η κυβερνητική πολιτική, πλεονάζει ο θεωρητικός δημόσιος λόγος και μάλιστα άλλοτε ο δημαγωγικός λόγος και άλλοτε ένας φτηνός «οραματικός λόγος».
Κάπως έτσι περνάει ο καιρός με το εξωγενές προσφυγικό πρόβλημα να επισκιάζει τα άλλα μείζονα εθνικά και κοινωνικά προβλήματα και η άσκηση της εξουσίας της «πρώτης φοράς αριστεράς» – της
κατά εξαγγελία αριστεράς… – να γίνεται ιδεολογία και αυτοσκοπός. Ωστόσο, η ζωή έχει άλλη …άποψη για τη ροή των πραγμάτων και η εκδίκησή της μπορεί να αργεί αλλά θα είναι αμείλικτη. Κάπως έτσι βιώνουμε το βάλτωμα της θεσμικής εκπαίδευσης, αφού δεν υπάρχει κανένα συνολικό σχέδιο γι’ αυτή. Το δυστύχημα είναι ότι το άμεσο μέλλον της εκπαίδευσης είναι σκοτεινό και δυσοίωνο. Και να γιατί.
α) Για να υπάρξει ολοκληρωμένο σχέδιο για την εκπαίδευση θα πρέπει να είναι μέρος ενός γενικότερου εθνικού σχεδίου για την ανάπτυξη της χώρας και κάτι τέτοιο δεν υπάρχει ούτε καν στα χαρτιά, γιατί πολύ απλά οι κυβερνώντες ποτέ δεν είχαν κάτι τέτοιο ούτε στο φαντασιακό μέρος της σκέψης των. Τα περί «αλλαγής της Ευρώπης» – πέραν του ότι είναι ένα φτηνό ιδεολόγημα – εκφέρεται ξανά και ξανά για να δημιουργείται μια εντύπωση στην κομματική μάζα ότι με κάτι ασχολούμαστε…
β) Δεν υπάρχει κανένας βασικός πυρήνας για το «ποια εκπαίδευση και τι σχολείο θέλουμε». Δεν υπάρχουν κεντρικές πολιτικές ιδέες για την παιδεία. Αντίθετα παρουσιάζονται κατά καιρούς αποσπασματικές αντιλήψεις, που απλώς έρχονται να καλύψουν τα πλασματικές ανάγκες της δημοσιότητας, ενώ την ίδια στιγμή η εκπαίδευση βουλιάζει ακόμα και από τις πολλαπλές δυσκολίες στα απλά λειτουργικά προβλήματα.
γ) Η συγκυβέρνηση διατρέχεται από μια βαθιά αντίφαση. Θεωρητικολογεί επί μιας δήθεν άλλης ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής, ενώ την ίδια στιγμή στο πεδίο της εφαρμοσμένης πολιτικής το μόνο που κινείται είναι τα ευρωπαϊκά προγράμματα που έχουν όμως περιεχόμενο και προσανατολισμό απόλυτα νεοφιλελεύθερης κοπής.
δ) Δεν υπάρχει ούτε καν υποψία κοινωνικής δυναμικής, που θα μπορούσε να στηρίξει ένα ενδεχόμενο πρόγραμμα. Αντίθετα υπάρχει πλήρης αντίθεση με το εκπαιδευτικό κίνημα, το οποίο μάλιστα γαλουχημένο επί δεκαετίες με μια νοοτροπία γενικής άρνησης σε κάθε αλλαγή (από τον ίδιο το ΣΥ.ΡΙΖ.Α.) εκδικείται το μέγα δημαγωγό / μέντορά του με τη δική του δήθεν κινηματική και κατά βάση αριστερίστικη αντίληψη και πρακτική των καταλήψεων και της γενικής απόρριψης, «γιατί υπηρετούν την άρχουσα τάξη». Τώρα που ο κ. Φίλης είναι πιστός υπηρέτης της άρχουσας τάξης τι γίνεται; Τώρα που το Υπουργείο Παιδείας έχει ως μοναδικό γνώμονα για την ελλειμματική πολιτική του την «εργαλειοθήκη» του ΟΟΣΑ πώς μπορεί να ευλογήσει και να δεχτεί ως παράδεισο ό,τι απέρριπτε με ιδεολογικές κορώνες ως κόλαση;
ε) Δεν υπάρχουν οικονομικοί πόροι – πέραν εκείνων των ευρωπαϊκών προγραμμάτων – και η κρατική χρηματοδότηση υπολείπεται κατά πολύ από το να καλύψει τις στοιχειώδεις ανάγκες των σχολείων, πόσο μάλλον για να στηρίξει εκπαιδευτικές επενδύσεις. Το τρίτο Μνημόνιο αντίθετα έχει προδικάσει σε οικονομική ασφυξία και για τα επόμενα χρόνια το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας.
στ) Η κυβέρνηση εκτός των άλλων είναι δέσμια και της θεωρητικής ρητορικής, που συσκοτίζει την όλη εικόνα της πολιτικής και της εκπαίδευσης. Παρουσιάζει ένα δήθεν «παράλληλο πρόγραμμα», μια κομματική φαντασίωση για να χειραγωγεί τις χαλαρές και τις υποταγμένες κομματικές συνειδήσεις ότι ασκεί ταξική πολιτική υπέρ των αδύνατων. Εκφέρει συνεχώς δηλώσεις και συνεντεύξεις θεωρώντας ότι αυτές αποτελούν κυβερνητικό έργο! Έτσι, βλέπουμε τον Υπουργό Παιδείας να κάνει τις ίδιες εξαγγελίες κάθε μήνα περί του διορισμού 20.000 εκπαιδευτικών την επόμενη τριετία, αποσιωπώντας το γεγονός ότι πρόκειται για τις γνωστές αναπληρώσεις που γίνονται κάθε χρόνο και μάλιστα με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Δεν λέει όμως ποτέ ότι μπορεί να καλύψει με κανονικούς διορισμούς όλα τα κενά των σχολείων. Τον βλέπουμε επίσης να δηλώνει κάθε τόσο ότι θα αλλάξει το περιεχόμενο των Θρησκευτικών στο σχολείο, χωρίς όμως να κάνει καμιά εν τοις πράγμασι κίνηση θεωρώντας ότι έτσι αφενός χαϊδεύει τους κομματικούς υπηκόους για την εικονοκλαστική θεωρητική αριστεροσύνη του και αφετέρου την Εκκλησία αφού στην πράξη δεν πειράζει τίποτα. Αυτή άλλωστε δεν είναι η παρακμιακή και φτηνά προπαγανδιστική υποκουλτούρα του «παράλληλου προγράμματος»;
Του Νίκου Τσούλια
π. Πρόεδρος της ΟΛΜΕ (1996-2003)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου