Θα επέστρεφαν στην Ελλάδα «για την αίσθηση ότι μπορείς να χτίσεις κάτι στον τόπο σου», αλλά με ποιους όρους; Οι πέντε Ελληνες επιστήμονες με σημαντική καριέρα στο εξωτερικό, οι οποίοι μιλούν στην «Κ», συμφωνούν ότι η επιστροφή των επιστημόνων και το φρένο στη «διαρροή εγκεφάλων» από την Ελλάδα
-δύο στόχοι που έθεσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας από το βήμα της Βουλής- θα μπορούσαν να είναι εφικτοί αρκεί η χώρα μας να δώσει βάρος στην αριστεία, την αξιοκρατία, την ορθή οργάνωση. Μπορεί; Ο νέος αναπληρωτής υπουργός Ερευνας και Καινοτομίας Κώστας Φωτάκης, μιλώντας στην «Κ», δηλώνει ότι θα κινηθεί στον άξονα της ενίσχυσης της έρευνας ως πυλώνα ανάπτυξης της χώρας.«Η ποιότητα των παρεχόμενων δημοσίων υπηρεσιών αποθαρρύνει τον Ελληνα επιστήμονα του εξωτερικού να επιστρέψει. Ενδεικτικά, σε σύνολο 215 κρατών, ο δείκτης κυβερνητικής αποτελεσματικότητας της World Bank (μετράει την ποιότητα των δημοσίων υπηρεσιών συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης και τον βαθμό ανεξαρτησίας του κρατικού μηχανισμού από πολιτικές πιέσεις) κατατάσσει την Ελλάδα στο 66,9 με άριστα το 100, ενώ άλλες χώρες, όπως η Ισπανία αλλά και η Πορτογαλία, κατατάσσονται στο 83», λέει στην «Κ» ο 45χρονος Κώστας Μήλας, καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ. Και συμπληρώνει: «Επιπλέον, οι μισθοί στο εξωτερικό είναι συγκριτικά υψηλότεροι. Ενδεικτικά, με βάση τα δεδομένα του ΟΟΣΑ, το 2013, οι κατά μ.ο. ετήσιες απολαβές για έναν εργαζόμενο στην Ελλάδα ήταν, σε πραγματική ισοτιμία αγοραστικής δύναμης, μόνο 25.503 δολάρια σε σχέση με 34.561 δολάρια στην Ιταλία, 34.824 δολάρια στην Ισπανία και 41.192 δολάρια στη Βρετανία».
«Ενας επιστήμονας πρέπει να είναι τελείως παλαβός για να επιστρέψει στην Ελλάδα σήμερα. Ευτυχώς παλαβοί υπάρχουν. Θα επέστρεφαν για το όραμα της αριστείας, για την ανιδιοτελή προσφορά, για την αίσθηση ότι μπορείς να χτίσεις κάτι στον τόπο σου. Η επιστροφή είναι 99% συναίσθημα και 1% λογική», λέει στην «Κ» ο 50χρονος Ιωάννης Π.Α. Ιωαννίδης, που κατέχει την έδρα C.F. Rehnborg Πρόληψης Νοσημάτων στο Πανεπιστήμιο Stanford όπου είναι τακτικός καθηγητής Παθολογίας, Ερευνας και Πολιτικής Υγείας και Στατιστικής.
«Η επιστροφή στην Ελλάδα προϋποθέτει ένα ζωντανό ΑΕΙ το οποίο προσφέρει τουλάχιστον τα στοιχειώδη: αξιοκρατία στις προσλήψεις και τις προαγωγές, αξιολόγηση του προσωπικού, βιβλιοθήκες, πρόσβαση σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων, εύρυθμη λειτουργία», τονίζει ο 42χρονος Πάνος Κουτράκος, καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου στη Νομική Σχολή του City University London. «Η αδυναμία των ελληνικών ΑΕΙ να προσφέρουν κάποια από τα στοιχειώδη μπορεί να έχει να κάνει με την οικονομική κρίση, πολλά όμως σχετίζονται με γενικότερες παθογένειες. Για παράδειγμα, δεν με ενθουσιάζει η ιδέα να με προπηλακίσουν ή να με υβρίσουν διάφοροι “προστάτες των ανοιχτών πανεπιστημίων” αν αποφασίσω να συμμετάσχω σε συνέλευση κάποιου διοικητικού οργάνου. Το σοκ που μου προκαλούν τέτοια περιστατικά συγκρίνεται μόνο με τον θαυμασμό μου για τους συναδέλφους που κατορθώνουν να παράγουν έργο και να εμπνέουν τους φοιτητές τους υπό τέτοιες συνθήκες», συμπληρώνει.
Από την πλευρά του, ο 45χρονος Βασίλης Κουτσός, αναπληρωτής καθηγητής Επιστήμης και Μηχανικής Υλικών στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, εστιάζει στην έλλειψη πόρων. «Οταν ένας επιστήμονας προσλαμβάνεται σε ένα ΑΕΙ, του διαθέτουν κεφάλαια, τα λεγόμενα start up funds, για έρευνα, για να συνδέσει το εργαστήριό του με την τοπική οικονομία και τις ανάγκες της. Στην Ελλάδα δεν γίνεται όσο θα έπρεπε», λέει, ενώ προσθέτει ως ανασχετικό παράγοντα για την επιστροφή τη γενικότερη αστάθεια της χώρας, αφού «δεν ξέρεις τι θα γίνει στο μέλλον». Βέβαια, όπως τονίζει ο κ. Ιωαννίδης, «στη Ελλάδα δεν επιστρέφεις για τον μισθό και τα υλικά αγαθά. Επιστρέφεις γιατί δεν θέλεις να συμβιβαστείς με το ότι ο τόπος αυτός αξίζει μόνο την ερημιά. Οσοι δεν επιστρέψουν μπορούν να προσφέρουν στην Ελλάδα και από όπου βρίσκονται. Είναι σημαντικό ένα έθνος να διαθέτει ανθρώπους παρόντες στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Αυτό σώζει έναν λαό από την τελική ύπνωση. Η ιστορία του ελληνισμού γράφεται κυρίως από Ελληνες εκτός Ελλάδας».
Πρόσληψη με κριτήριο την αριστεία
«Αυτή τη στιγμή στη Γαλλία υλοποιώ ένα οκταετές πρόγραμμα με συνολικό προϋπολογισμό 10 εκατ. ευρώ. Σε αυτό μπορούν να συμμετάσχουν Ελληνες μεταδιδακτορικοί επιστήμονες», αναφέρει στην «Κ» ο 60χρονος Γιάννης Καρυρωτάκης, διευθυντής του Εργαστηρίου Στοιχειωδών Σωματιδίων στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Ερευνας της Γαλλίας (CNRS). «Αναπτύσσουμε συνεργασίες με ελληνικά ΑΕΙ και μέσω αυτών μπορούμε να συνδράμουμε την Ελλάδα και να βοηθήσουμε άξιους, νέους Ελληνες επιστήμονες», συμπληρώνει.
Από την άλλη, πώς να επιστρέψει κάποιος, αφού οι νέες θέσεις σε ΑΕΙ και ερευνητικά κέντρα προκηρύσσονται με το σταγονόμετρο; «Προτείνω για κάθε ενεργό ή ομότιμο επιστήμονα που εκλέγεται βουλευτής ή υπουργοποιείται, το ΑΕΙ του να προσλαμβάνει άλλον που αριστεύει σε οποιοδήποτε γνωστικό αντικείμενο. Με προϋπόθεση όμως, ο νέος καθηγητής να είναι έως 45 ετών και να έχει τουλάχιστον 1.000 περισσότερες διεθνείς αναφορές από τον πολιτευόμενο. Υπάρχουν πολλοί», λέει ο κ. Ιωαννίδης. Στον δυναμισμό της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας εστιάζει και ο Κ. Φωτάκης, τονίζοντας: «Οι ερευνητές σε ΑΕΙ, ερευνητικά κέντρα και ιδιωτικό τομέα κατάφεραν να προσελκύσουν χρηματοδοτήσεις ύψους 989 εκατ. ευρώ. Το γεγονός καταδεικνύει τον δυναμισμό και την ανταγωνιστικότητα της επιστημονικής μας κοινότητας, στην οποία μπορεί να βασιστούμε, ανακόπτοντας τη διαρροή των επιστημόνων στο εξωτερικό».
Από την άλλη, πώς να επιστρέψει κάποιος, αφού οι νέες θέσεις σε ΑΕΙ και ερευνητικά κέντρα προκηρύσσονται με το σταγονόμετρο; «Προτείνω για κάθε ενεργό ή ομότιμο επιστήμονα που εκλέγεται βουλευτής ή υπουργοποιείται, το ΑΕΙ του να προσλαμβάνει άλλον που αριστεύει σε οποιοδήποτε γνωστικό αντικείμενο. Με προϋπόθεση όμως, ο νέος καθηγητής να είναι έως 45 ετών και να έχει τουλάχιστον 1.000 περισσότερες διεθνείς αναφορές από τον πολιτευόμενο. Υπάρχουν πολλοί», λέει ο κ. Ιωαννίδης. Στον δυναμισμό της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας εστιάζει και ο Κ. Φωτάκης, τονίζοντας: «Οι ερευνητές σε ΑΕΙ, ερευνητικά κέντρα και ιδιωτικό τομέα κατάφεραν να προσελκύσουν χρηματοδοτήσεις ύψους 989 εκατ. ευρώ. Το γεγονός καταδεικνύει τον δυναμισμό και την ανταγωνιστικότητα της επιστημονικής μας κοινότητας, στην οποία μπορεί να βασιστούμε, ανακόπτοντας τη διαρροή των επιστημόνων στο εξωτερικό».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου